Canto General
Είναι αλήθεια ότι ευνόησε τη μετανάστευση κομμουνιστών προσφύγων από τη φρανκική Ισπανία στη Χιλή, χωρίς να δείξει το ίδιο ενδιαφέρον για τους μη-κομμουνιστές, καθώς και ότι δεν αποδέχτηκε ποτέ το απλό γεγονός ότι ο φίλος του Βιτόριο Βιντάλι ήταν φονιάς εκτελεστικό όργανο του Στάλιν. Ο Νερούδα ήταν ένας κομμουνιστής ποιητής: Θα με ρωτήσετε: Πού είναι λοιπόν τα κυκλάμινα / και η μεταφυσική με τα πέταλα της παπαρούνας / κι η βροχή που κροταλίζει ξανά και ξανά τις λέξεις της / γεμίζοντάς τες με πουλιά και τρύπες; ...Θα με ρωτήσετε γιατί η ποίησή του δεν μιλάει για όνειρα και φύλλα και για τα ηφαίστεια της γενέθλιας γης του.../ Ελάτε να δείτε το αίμα στους δρόμους. / Ελάτε να δείτε / το αίμα στους δρόμους. / Δείτε λοιπόν το αίμα στους δρόμους! όμως, άλλα τα μάτια του λαγού (Νερούδα) κι άλλα της κουκουβάγιας (Λουί Αραγκόν, Καρλ Ρακόζι). Όπως προαναφέρθηκε, δυστυχώς για την ανθρωπότητα, μερικοί από τους πιο χαρισματικούς ποιητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες όπως άλλωστε και μερικοί από τους χειρότερους γραφιάδες και μπογιατζήδες είχαν σκοτεινά σημεία στη συμπεριφορά τους ως πολίτες δεν ήταν λίγοι όσοι παραδόθηκαν σε αμφίσημες ιδεολογίες. Αν ο Νερούδα γλίτωσε μια τέτοια κατηγορία ήταν επειδή η ποίησή του έμοιαζε να περισσεύει από παντού και να δεσπόζει όπως ένα γιγάντιο μνημείο που αψηφά το ανθρώπινο μέγεθος. Πράγματι, το 1943, ενώ ο πόλεμος μαινόταν, επισκέφτηκε την προκολομβιανή «χαμένη πόλη» των Ίνκας στο Περού, τη γνωστή ως Machu Picchu, που αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης του «Canto General». Το «Γενικό τραγούδι» είναι το μεγαλύτερο σε έκταση και βάθος πολιτικό (πατριωτικό) ποίημα στην ιστορία της λογοτεχνίας.
Στην αρχή του πολέμου ο Νερούδα έμαθε το θάνατο της οκτάχρονης κόρης του (από τον πρώτο του γάμο) ο οποίος τον συγκλόνισε καθώς και την απόπειρα δολοφονίας του Τρότσκι, η οποία δεν τον συγκλόνισε. Εξάλλου, ένας από τους συνωμότες γύρω από αυτή την αποτυχημένη δολοφονία (η οποία πέτυχε τον Αύγουστο του 40) ήταν ο Μεξικανός ζωγράφος Δαδίβ Αλφάρο Σικουέιρος, τον οποίον ο Νερούδα βοήθησε να βρει άσυλο στη Χιλή.
Τα γεγονότα του πολέμου τού ενέπνευσαν το «Τραγούδι στο Στάλινγκραντ» (1942) και το «Καινούργιο τραγούδι αγάπης στο Στάλινγκραντ» (1943) που συνετέλεσαν στο να του απονεμηθεί το βραβείο Στάλιν το 1953. Για τον σημερινό πολίτη το να μπαίνεις στον κόπο να κουβαληθείς στη Βαρσοβία για να παραλάβεις ενδόξως το βραβείο Στάλιν (ή, αργότερα, το βραβείο Λένιν) ισοδυναμεί, περίπου, με εξευτελισμό: παρ όλ' αυτά, ούτε ο Νερούδα ούτε όσοι το αποδέχτηκαν πριν απ αυτόν (ο Ζολιό και η Μαρί Κιουρί, ο Σοστακόβιτς, ο Πολ Ρόμπσον) και μετά (ο Μπρεχτ, ο Κώστας Βάρναλης, ο Γ. Ε. Ντυμπουά, ο Γιάννης Ρίτσος) αισθάνθηκαν την ανάγκη να απολογηθούν. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη. Ο Νερούδα είχε μάλιστα την ιδέα να γράψει ωδή στον Στάλιν, όπως νωρίτερα είχε γράψει ωδή στον Φουλγκένθιο Μπατίστα και όπως αργότερα θα έγραφε στον Φιδέλ Κάστρο.
Η εμμονή αυτή προκάλεσε ρήξη με τον Οκτάβιο Πας, ο οποίος δήλωσε: «Διαβάζοντας τον Νερούδα και άλλους σταλινικούς ανατριχιάζω... όπως μπροστά σε μερικές σελίδες από την Κόλαση του Δάντη...», ενώ συγχρόνως τον αναγνώριζε ως τον μεγαλύτερο ποιητή «της γενιάς του», ο οποίος, ευτυχώς για όλους, παραδέχτηκε οψίμως ότι είχε συμβάλει στην προσωπολατρία του Στάλιν διότι ένιωθε «ευγνωμοσύνη για το ρόλο του στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου